Σάββατο 30 Απριλίου 2011

"Υποστολή σημαίας" για τον Μεγάλο Έλληνα Λάκη Σάντα

"ΑΘΑΝΑΤΟΣ"

Ο Λάκης Σάντας που αναχώρησε χθες για το μεγάλο ταξίδι, αφήνοντας μιαν Ελλάδα χαμηλότερη από αυτήν για τυην οποία αγωνίστηκε, θα αποτελεί πάντα το επιβλητικό αρχίγραμμα μιας κορυφαίας, ηρωικής στιγμής της σύγχρονης Ιστορίας μας. Και τούτος ο τόπος, μόνον την ιστορία του πια, οφείλει να μην παραγράψει, να τιμήσει και να σεβαστεί για να χει ανοιχτό μονοπάτι στους αιώνες. Αυτό το μονοπάτι το περπάτησε με βήμα βαρύ και σίγουρο ο Λάκης Σάντας. Έτσι που σε κάνει να λες πως τα 89 χρόνια που πέρασε, εδώ, πριν το αραξοβόλι του στην Αθανασία, ήταν λίγα... Τέτοιους φωτισμένους ανθρώπους, ηγέτες, με την σημασία της λέξης, που δεν διστάζουν να κοροιδέψουν κίνδυνο και θάνατο για χάρη της πατρίδας, η Ελλάδα τους θέλει εδώ για ΠΑΝΤΑ.


Ο Λάκης Σάντας, ο άνθρωπος ο οποίος μαζί με τον Μανώλη Γλέζο κατέβασε τη γερμανική σημαία από την Ακρόπολη, εμβληματική μορφή της Εθνικής Αντίστασης, γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου του 1922 στη Λευκάδα και έφυγε  από τη ζωή, ένα μήνα πριν από την συμπλήρωση 70 χρόνων από το κατέβασμα της σβάστικας από τον Ιερό Βράχο.

Το 1934 η οικογένεια του εγκαθίσταται στην Αθήνα. Τελειώνει το γυμνάσιο το 1940 και εισάγεται στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Τη νύχτα της 30ής προς 31η Μαΐου 1941 θα κατεβάσει, μαζί με το φίλο του Μανόλη Γλέζο, τη χιτλερική σημαία από το βράχο της Ακρόπολης.

«Ήταν η πρώτη ανάσα της αντίστασης» είπαν στη Βουλή, τιμώντας τον Λάκη Σάντα και το Μανώλη Γλέζο, το Νοέμβριο του 2008. «Δύο δεκαοκτάχρονα που έπαιξαν με την ιστορία, είδαν ένα σύμβολο και αποφάσισαν να γίνουν σύμβολα οι ίδιοι».

Το 1942 εντάσσεται στο ΕΑΜ και λίγο αργότερα στην ΕΠΟΝ και βγαίνει στο βουνό με τον ΕΛΑΣ. Πήρε μέρος σε αρκετές μάχες στην Αιτωλοακαρνανία, στη Φθιώτιδα και στην Αττικοβοιωτία και το 1944 τραυματίστηκε.

Το 1946 εξορίζεται στην Ικαρία, το 1947 φυλακίζεται στην Ψυττάλεια, απ' όπου το 1948 στέλνεται στην Μακρόνησο. Θα διαφύγει στην Ιταλία και θα ζητήσει πολιτικό άσυλο στον Καναδά, όπου θα ζήσει μέχρι το 1962. Το 1963 θα επιστρέψει στην Ελλάδα.

«Δεν κυνηγάω ποτέ τη δημοσιότητα, γιατί θεωρώ ότι έχει εξευτελιστεί το ζήτημα πάρα πολύ. Την αντίσταση δεν την κάναμε μόνο εμείς, έχουν σκοτωθεί χιλιάδες παλικάρια, γυναίκες και άνδρες, 'ανώνυμοι'» έλεγε.

Εξιστορώντας το εγχείρημα υποστολής της σημαίας στον Ηλία Πετρόπουλο, είχε πει: «Κι έξαφνα ένα δειλινό που ήμαστε στο Ζάππειο και ο ήλιος έγερνε λούζοντας τον ορίζοντα με εκείνα τα χρώματα που μόνο ο αττικός ουρανός έχει, τα μάτια μας γύρισαν στον βράχο της Ακροπόλεως.

» Μέσα στο υπέροχο φόντο της δύσης σταθήκαμε και κοιτούσαμε. Και τότε το βλέμμα μας έπεσε πάνω στη σημαία τους που υπερήφανα κυμάτιζε ψηλά-ψηλά και η βαριά σκιά της πλάκωνε καταθλιπτικά όλη την Αθήνα, όλη την αττική γη.

» Να τι πρέπει να τους κάνομε! Ήρθε η σκέψη σαν σπίθα. Να τους την πάρουμε. Να την γκρεμίσουμε και να την ξεσχίσουμε και να πλύνουμε έτσι τη βρωμιά από τον Ιερό Βράχο. Την είχαν στήσει αυτήν την ίδια την πολεμική τους σημαία οι ναζί θριαμβευτικά ως τότε στη Βαρσοβία, στη Βιέννη, στην Αμβέρσα, στη Νορβηγία, στο Παρίσι και στο Βελιγράδι και απειλούσαν να τη στήσουν σε όλο τον κόσμο τότε.

» Μα εδώ είναι Ελλάδα. Είναι η μικρή χώρα που απ' αυτή ξεπετάχτηκε η φλόγα του Πολιτισμού. Είναι η χώρα που δίνει το παράδειγμα πάντα στις κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας».

Η οικογένειά του ευχαριστεί θερμά τον διευθυντή, τους γιατρούς και τους νοσηλευτές του Κέντρου Αναπνευστικής Ανεπάρκειας στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας του νοσοκομείου Σωτηρία, που έκαναν ό,τι ήταν δυνατόν για να τον σώσουν.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου