Του Γιάννη Βασιλακόπουλου
Παραμονή Χριστουγέννων και περπατάω. Στρίβω σε στενά, μπαίνω σε φαρδιούς δρόμους κι ύστερα τραβάω ευθεία. Βλέπω ανθρώπους που σκάνε ένα χαμόγελο με κόπο, ρίχνω ματιές σε μαγαζάτορες απορημένους που στη χάση και στη φέξη, ενώνουν δυο λέξεις μαζί, για να αρθρώσουν μια πρόταση ολόκληρη που συνήθως έχει για επωδό τις αναδουλειές. Η μύτη μου νικιέται κατά κράτος από την οσμή των σκουπιδιών που τα άφησε για θυμητίρι στους δρόμους ένας κακός, ένας αποτυχημένος δήμαρχος, πρωταθλητής στο μασκαραλίκι των ΜΜΕ, αλλά ρίψασπις στον θεσμικό του ρόλο. Το μάτι δεν πιάνει πουθενα γιορτές. Ελαφριές οι σακούλες των λίγων καταναλωτών. Ακόμη πιο άδειες οι τσέπες. Δεν μυρίζουν Χριστούγεννα. Μόνο ένα νέφος ηττοπάθειας, μελαγχολίας και εγκατάλειψης, σκεπάζει τα πάντα. Είναι οι κοπιαστικές αναπνοές μιας πάλαι ποτέ γιορτερής πόλης. Λίγες ώρες πριν το άστρο της Βηθλεέμ φωτίσει την φάτνη, δυο γερόντια καθισμένα σε ένα άδειο τραπέζι ενός καφενείου, σαν να μετρούν τις μνήμες. Και δυο άστεγοι σε ένα ρήθρο της Ερμού, ψάχνουν να βρουν άραγε τι; Ποιο όραμα, ποια ελπίδα; Ένας συνταξιούχος στέκει μόνος του, προσπαθώντας να περιοσώσει ότι τού έμεινε από την αξιοπηρέπεια που του τσαλαπάτησαν, με όπλο το παλιομοδίτικο αλλά προσεγμένο ντύσιμο. Τα ρούχα του είναι φθαρμένα, με την θαμπή μεγαλοπρέπεια μιας άλλης εποχής. Μοιάζει, σαν τα μοναχοβάπορα των λιμανιών που θαυμάζονται για τις παλιές τους νίκες στη φουρτούνα μα τώρα έχουν παροπλισθεί. Γιορτές όμως πουθενά. Φέτος δεν γιορτάζει η Αθήνα. Ούτε η Ελλάδα, ολόκληρη φωτίζεται. Τ' ακούτε κυβερνώνες; Σε ποιον μπορούμε να ευχηθούμε "Καλά Χριστούγεννα";
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου